Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2022

"Το βαπόρι απ' τη Περσία πιάστηκε στην Κορινθία": Η πραγματική ιστορία του πλοίου "Γκλόρια" που πιάστηκε με 11 τόνους χασίς και τραγουδήθηκε από τον Β. Τσιτσάνη

Εφημερίδα "Μακεδονία" φ.8.1.1977
 Του Σταύρου Μαλαγκονιάρη*

Θεοφάνια του 1977, απογευματινές ώρες, στα Ίσθμια. Μια επίλεκτη ομάδα ανδρών του Λιμενικού Σώματος μαζί με βατραχανθρώπους του Πολεμικού Ναυτικού κάνει «έφοδο» σε ύποπτο μικρό φορτηγό πλοίο (μότορσιπ) και ανακαλύπτει ένα τεράστιο φορτίο χασίς.
Την επόμενη μέρα αρχίζουν να φτάνουν στις εφημερίδες οι πρώτες πληροφορίες και στις 8 Ιανουαρίου κυκλοφορούν με πρωτοσέλιδη είδηση την κατάσχεση περίπου 11 τόνων χασίς.
Ήταν η μεγαλύτερη ποσότητα, που είχε κατασχεθεί, μέχρι τότε, σε παγκόσμιο επίπεδο. Γι’ αυτό, η υπόθεση προκαλεί μεγάλη αίσθηση όχι μόνο εντός συνόρων αλλά και στο εξωτερικό.
Όλος αυτός ο σάλος δεν θα μπορούσε να μην δώσει ερέθισμα σε έναν από τους μεγαλύτερους Έλληνες δημιουργούς, τον Βασίλη Τσιτσάνη, του οποίου τα περισσότερα τραγούδια προέρχονταν μέσα από την ζωή. Έτσι, ξεκινάει να γράφει ένα τραγούδι.
«Ήταν Σάββατο», είχε πει ο ίδιος. «Πιάνω από δω, πιάνω από κει... Δεν μου άρεσε το τέμπο. Μετά έγραψα τη δεύτερη στροφή πίσω από ένα αγγελτήριο γάμου. Μετά μου ήρθαν στο νου οι μουσικές που γύρευα και όλα πήγαν ρολόι».
Μέσα στο Γενάρη ο Βασίλης Τσιτσάνης ηχογραφούσε «Το βαπόρι απ’ την Περσία», με τη Λιζέτα Νικολάου στα δεύτερα φωνητικά και το τραγούδι κυκλοφόρησε τον Απρίλη του 1977 σε δίσκο 45 στροφών (σίνγκλ).
Ήταν μια ακόμα μεγάλη επιτυχία του Τσιτσάνη και μέχρι σήμερα αποτελεί μέρος του ρεπερτορίου στα λαϊκά μαγαζιά.
Το πλοίο, βέβαια, ποιητική αδεία ήταν από την… Περσία. Στη πραγματικότητα είχε φορτώσει το παράνομο φορτίο του στη

Βηρυτό του Λιβάνου, είχε κυπριακή σημαία και ονομαζόταν «Γκλόρια».
Οι λιμενικές αρχές είχαν, από καιρό, πληροφορίες για την διέλευση του παράνομου φορτίου. «Ήταν προμελετημένη…», λέει το τραγούδι.
Ο «κάπτεν Νικ», ο Έλληνας πλοίαρχος του «Γκλόρια», που ονομαζόταν Νίκος Π. Ξανθόπουλος σε μεταγενέστερη συνέντευξή του στον υπογράφοντα είχε πει ότι η συγκεκριμένη ποσότητα χασίς ήταν μια από τις 2-3 μεγάλες, που είχε παραδώσει στις διεθνείς διωκτικές αρχές. {Πηγή: εφημερίδα «Έθνος» φ. 21 Ιουλίου 1995}
Ο ίδιος, που ήταν τότε 70 χρονών, είχε πει ότι παρέδωσε τα ναρκωτικά «όλα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Αστυνομία και την DEA (την αμερικάνικη υπηρεσία δίωξης ναρκωτικών)» βοηθώντας στην σύλληψη «των μεγάλων κεφαλών, που είναι ασύλληπτοι, και όχι των μικρών των 2-3 γραμμαρίων, οι οποίοι πιάνονται συνήθως».
«Δεν χάρισα ποτέ ναρκωτικά σε κανέναν. Παρέδιδα τα φορτία για να σωθούν τα παιδιά του κόσμου. Ήμουν 30 χρόνια στον αντιναρκωτικό αγώνα», είχε πει ο ίδιος, που πέθανε, λίγο αργότερα, μέσα στις φυλακές Κορυδαλλού, όπου κρατείτο για άλλη υπόθεση, την οποία χαρακτήριζε ως σκευωρία Γάλλου αστυνομικού.
Άλλες πηγές αναφέρουν ότι η πληροφορία είχε φτάσει, από τις αρχές Νοέμβρη του 1976, στο Λιμενικό και άλλες πως έφτασε παραμονή Χριστουγέννων της ίδιας χρονιάς.
Ο ίδιος ο «κάπτεν Νικ» φέρεται να είπε, αργότερα, ότι ενώ βρισκόταν με το καράβι στη Λάρνακα τον πλησίασε ένας ναυτικός πράκτορας και του πρότεινε μια «μεγάλη» δουλειά– ένα φορτίο από τη Βηρυτό με προορισμό το Ρότερνταμ.
Ο «Κάπτεν Νικ» δέχτηκε και τράβηξε με το πλοίο του για Βηρυτό, στο λιμάνι Τζουνίχ. Εκεί συνάντησε δυο Λιβανέζους εμπόρους και συμφώνησαν για τη μεταφορά του εμπορεύματος, που ήταν 300 σακιά χασίς, 40 κιλά το καθένα.
Ωστόσο, παραμένει αδιευκρίνιστο καθώς τα στοιχεία, που έχουν δημοσιευτεί αλληλοσυγκρούονται, εάν οι αρχές γνώριζαν το ακριβές δρομολόγιο του πλοίου ή όχι.
 
Το "Γκλόρια" σε φωτό από την εφημερίδα
"Μακεδονία" της 8.1.1977

Όπως προκύπτει, πάντως, από ρεπορτάζ εφημερίδων της εποχής («Ελευθεροτυπία» 8/1/1977 και «Μακεδονία» 8/1/1977) οι αρχές περίμεναν το πλοίο τη Δευτέρα 3 ή τη Τρίτη 4 Ιανουαρίου. Όμως, αυτό δεν εμφανιζόταν και φαίνεται ότι έγιναν ορισμένοι έλεγχοι σε διερχόμενα μότορσιπ.
Στη πραγματικότητα το υποσυντήρητο μότορσιπ καθώς συνάντησε μεγάλη κακοκαιρία αναγκάστηκε να μειώσει ταχύτητα άλλαξε πορεία.
Έτσι, αντί να κατευθυνθεί 10 μίλια νότια της Πύλου, όπως προέβλεπε το αρχικό σχέδιο, κατέπλευσε, το απόγευμα της Πέμπτης 6 Ιανουαρίου 1977, στα Ίσθμια και ζήτησε να επιβιβαστεί πλοηγός για να περάσει τη διώρυγα της Κορίνθου.
«Η θαλασσοταραχή με εμπόδισε να περάσω από την επικίνδυνη περιοχή βόρεια της Κρήτης ή νότια των Κυθήρων και αναγκάσθηκα αφού δεν είχα και να ποδίσω πουθενά να περάσω από τον Ισθμό», είχε δηλώσει στους δημοσιογράφους ο Νίκος Π. Ξανθόπουλος. {εφ. «Μακεδονία» 12.1.1977}
Ο λιμενάρχης Ισθμίων, σύμφωνα με τις οδηγίες, που είχε, επιβιβάστηκε στο πλοίο και έκανε ένα τυπικό έλεγχο περιμένοντας να καταφθάσουν οι επίλεκτες δυνάμεις του Λιμενικού.
Οι ένοπλοι λιμενικοί ανέβηκαν στο πλοίο, που εμφανιζόταν να μεταφέρει κεντήματα. Όμως, όπως έγραφε παραστατικά η δημοσιογραφική πένα «οι λιμενικοί όρμησαν στα κεντήματα, μα ήταν τόσο έντονη μυρωδιά που ο γράφων όταν μύρισε ένα έπαθε έντονη ζάλη, πέταξαν ένα γαλάζιο δέμα κάτω και αμέσως, τινάχθηκαν οι όμορφα τυλιγμένες πλάκες». {εφημερίδα «Μακεδονία» 8.1.1977}
Ο καπετάν Νίκος Ξανθόπουλος, ένας άνθρωπος, που όπως φαίνεται έζησε στο όριο μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας, και άλλοι δύο Έλληνες ναυτικοί δεν έφεραν καμία αντίσταση.
Αντίθετα, δύο Τούρκοι, τα «μεμέτια», που αναφέρονται στο τραγούδι και εμφανίζονταν ως μέλη του πληρώματος άλλα στην πραγματικότητα ήταν συνοδοί του φορτίου, κλείστηκαν στις καμπίνες τους.
Οι λιμενικοί έριξαν εκφοβιστικές ριπές με αυτόματο και «ένας βατραχάνθρωπος από το φινιστρίνι της μιας καμπίνας, που το έσπασε από την πλευρά της θάλασσας, ήταν έτοιμος να ρίξη μέσα δακρυγόνο βόμβα. Αλλά οι Τούρκοι δεν είχαν διάθεση αντιστάσεως» και παραδόθηκαν {Πηγή: εφ. «Μακεδονία» 8.1.1977, σε ρεπορτάζ Γιάννη Α. Καραμήτσου}.
Αργότερα, μεταφέρθηκε στο Λιμεναρχείο το χασίς, που μετέφερε το πλοίο και ζύγιζε 10.775 κιλά ενώ σε ξενοδοχείο του Νέου Φαλήρου συνελήφθη ένας Λιβανέζος, ο οποίος εμφανιζόταν ως ναυτικός πράκτορας και όπως διαπιστώθηκε ήταν ο φορτωτής.
Στις 31 Μαρτίου 1977 έγινε η δίκη στο Πενταμελές Εφετείο Ναυπλίου. Στους τρεις Έλληνες δεν απαγγέλθηκαν κατηγορίες και εξετάστηκαν ως μάρτυρες. Αντίθετα, καταδικάστηκαν σε 18 χρόνια κάθειρξη ο Λιβανέζος φορτωτής και σε κάθειρξη 14 ετών ο καθένας, οι δύο Τούρκοι. Όλοι είχαν αρνηθεί τις κατηγορίες.
Πάντως, θα πρέπει να σημειωθεί ότι από τις πρώτες ημέρες είχε τεθεί ένα καίριο δημοσιογραφικό ερώτημα (εφημερίδα «Τα Νέα» 10 Ιανουαρίου 1977, σε ρεπορτάζ Γιώργου Κόμη) για το ποιοι θα έπαιρναν την αμοιβή από το προβλεπόμενο- τότε- από το νόμο ποσό, που αντιστοιχούσε στο 5% της αξίας του κατασχεθέντος φορτίου.
Άλλες εφημερίδες υπολόγιζαν την αμοιβή σε 15 εκατομμύρια δραχμές και άλλες την ανέβαζαν σε 40 εκατομμύρια δραχμές. Τελικά, φαίνεται ότι το Υπουργείο Οικονομικών όρισε ως αμοιβή για τη μεγάλη επιτυχία τα 7.800.000 δραχμές, από τα οποία ο καπετάνιος πήρε 1,5 εκατομμύριο δραχμές και τα 

Δέματα χασίς από το φορτίο του "Γκλόρια".
Η φωτό από εφημερίδες της εποχής

 υπόλοιπα τα μοιράστηκαν … διάφοροι αξιωματικοί. {Πηγή: www.lifo.gr}

Το τραγούδι του Β. Τσιτσάνη
Το τραγούδι «Το βαπόρι απ’ την Περσία» έγινε μεγάλη επιτυχία και τραγουδιέται μέχρι σήμερα αλλά τα πρώτα χρόνια της κυκλοφορίας του συνάντησε μεγάλα εμπόδια. Το κρατικό ραδιόφωνο, το μόνο που λειτουργούσε νόμιμα εκείνα τα χρόνια, λόγω του θέματός του, το είχε εντάξει στα «απαγορευμένα» και δεν μεταδιδόταν.
Αργότερα, λίγο μετά τον θάνατο του Βασίλη Τσιτσάνη επανήλθε στην επικαιρότητα όταν ο τότε αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Σπύρος Κανίνιας το άκουσε σε μία εκπομπή της ΕΡΤ στις 26 Δεκεμβρίου 1983.
Λίγες μέρες αργότερα, στις 2 Φεβρουαρίου 1984, ο αντεισαγγελέας με έγγραφό του στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών ζήτησε να γίνουν όλες οι «νόμιμες ενέργειες», θεωρώντας ότι το τραγούδι…  ωθεί την προώθηση των ναρκωτικών.
Η υπόθεση ανατέθηκε στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Δημήτριο Μαλακάση. Ο τελευταίος, υπέβαλε το πόρισμά του στις 26 Ιουλίου 1984 στον Εισαγγελέα Εφετών της Αθήνας και ανάφερε ότι έθεσε τη δικογραφία στο αρχείο.
Η αιτιολογία ήταν ότι το τραγούδι «δεν μπορεί να ωθήσει στη χρήση και διάδοση των ναρκωτικών»....{Πηγή: mixanitouxronou.com.cy}
Η τελευταία μεγάλη επιτυχία του αξέχαστου Βασίλη Τσιτσάνη έχει τους εξής στίχους (Μουσική/ στίχοι: Βασίλη Τσιτσάνη):
Το βαπόρι απ’ την Περσία, το βαπόρι απ’ την Περσία
το βαπόρι απ’ την Περσί-α πιάστηκε στην Κορινθία
Τόνοι έντεκα γεμάτο με χασίσι μυρωδάτο
Τώρα κλαιν όλα τ’ αλάνια που θα μείνουνε χαρμάνια   ] 2x
Βρε Μπουρνάζε μου τελώνη, βρε Μπουρνάζε μου τελώνη
ρε Μπουρνάζε μου τελώνη τη ζημιά ποιος την πληρώνει
Και σ’ αυτή την ιστορία μπήκαν τα λιμεναρχεία
Τώρα κλαιν όλα τ’ αλάνια που θα μείνουνε χαρμάνια   ] 2x
Ήταν προμελετημένη, ήταν προμελετημένη
ήταν προμελετημένη, καρφωτή και λαδωμένη
Δυο μεμέτια, τα καημένα, μες στο κόλπο ήταν μπλεγμένα
Τώρα κλαιν όλα τ’ αλάνια που θα μείνουνε χαρμάνια   ] 2x

*Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο ένθετο "Νησίδες" της "Εφημερίδας των Συντακτών" φ. 7.1.2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Οι πιο δημοφιλείς αναρτήσεις