Πειραιάς, μεταξύ του 1865 και του 1880. Στην Ακτή Ξαβερίου λειτουργεί ένα καρνάγιο, που ο καμένος κέδρος στα πλευρά των επισκευαζόμενων τότε ξύλινων πλοίων, κυρίως ιστιοφόρων και η καύση του κατραμιού επάλειψης, προκαλούν μια δυσάρεστη δυσοσμία.
Ωστόσο, την Κυριακή του Πάσχα, μετά την τελετή της Αγάπης και το κάψιμο του Ιούδα, οι γλεντζέδες της Υδραίικης συνοικίας, όσοι δεν πήγαιναν στο περίφημο «Τσιρλονέρι» (σ.σ. βρισκόταν στον όρμο της Φρεαττύδας, όπου ανάμεσα στους βράχους, κάτω από το σημείο, που αρχίζει η οδός Μπόταση, ανάβλυζε ένα πηγάδι με νερό, ιδανικό για την «αντιμετώπιση εντερικών διαταραχών»), μετά από έναν ωραίο περίπατο στην ανοικοδόμητη και λουλουδιασμένη Πειραϊκή χερσόνησο κατέληγαν για φρέσκο ψάρι σε ένα εξοχικό κέντρο.
Ήταν το κέντρο του
Το κέντρο βρισκόταν στην αμμώδη παραλία, όπου υπήρχε μια ξύλινη προβλήτα με παραβεβλημένες ανεμότρατες, που εφοδίαζαν με φρέσκο ψάρι το μαγαζί.
«Πάμε στου Ξαβέριου» έλεγαν οι πειραιώτες της εποχής ενώ πολύ αργότερα ο κατάστημα πέρασε στον Σταμάτη Τραμουντάνα.
Λίγα μέτρα από την προβλήτα του Ξαβέριου διακρινόταν ο πράσινος φανός του λιμανιού, υποδεικνύοντας τη δεξιά πλευρά της εισόδου, που βρισκόταν σε μια μικρή ημικυκλική νησίδα.
* Η περιγραφή από την ιστορική εφημερίδα του Πειραιά "Χρονογράφος"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου