Το μνημείο Εθνικής Αντίστασης |
Η θετική εξέλιξη για τον Κήπο δρομολογήθηκε ύστερα από συζήτηση που προκάλεσε στο Δημοτικό Συμβούλιο Πειραιά η παράταξη «Αλλάζουμε τον Πειραιά για Όλους και Όλες» με αφορμή την απαξίωση του μνημείου Εθνικής Αντίστασης, το οποίο έχει αναγερθεί, από το 1994, στον χώρο.
Η παράταξη στη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου υπενθύμισε ότι:
«Ήταν στις 17 Φεβρουαρίου 1992, όταν το Δημοτικό Συμβούλιο Πειραιά, με Δήμαρχο τον Στέλιο Λογοθέτη, αποφάσισε ομόφωνα να διενεργήσει δύο (2) καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς με θέματα:
Την δημιουργία δύο μνημείων αφιερωμένων το πρώτο στην μνήμη των πεσόντων Πειραιωτών για την Εθνική Ανεξαρτησία και την συμμετοχή τους στην Εθνική Αντίσταση με κοντά στους δύο χιλιάδες (2.000) νεκρούς και ένα δεύτερο για τα θύματα της θύρας 7 του γηπέδου Καραϊσκάκη, που θα συμβολίζει το αγνό φίλαθλο πνεύμα και τον αγώνα κατά της βίας.
Από τότε μέχρι σήμερα ενώ το ένα μνημείο συντηρείται, αναβαθμίζεται με την διοργάνωση εξαιρετικών εκδηλώσεων οι οποίες πρέπει να συνεχιστούν, για το άλλο της Εθνικής Αντίστασης δεν υπάρχει καμία μέριμνα. Είναι στα αζήτητα, κατεστραμμένο, βανδαλισμένο, έχει μετατραπεί σε υπαίθριο W.C. της περιοχής, δεν έχει καμία σήμανση, καμία αναμνηστική ταμπέλα»
Για αυτό ζήτησαν:
α) «(…) να προχωρήσουμε στην άμεση αποκατάσταση του μνημείου της Εθνικής Αντίστασης, όπως έχει ζητήσει και η Π.Ε.Δ.Ε.Α.- Δ.Σ.Ε.
β) την μετονομασία του πάρκου σε «Πάρκο Εθνικής Αντίστασης», στην δημιουργία μικρών εξεδρών και την παραχώρησή τους σε καλλιτεχνικά σχολεία και σε ερασιτεχνικά σχήματα μουσικής και θεάτρου, προκειμένου να αναβαθμίσουμε ένα πάρκο που για πολλά χρόνια έχει χάσει την δημοτικότητά του».
Στη συζήτηση η πλειοψηφία συμφώνησε να προχωρήσει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την αποκατάσταση του Μνημείου. Μένει να φανεί εάν θα προχωρήσει και η ανάπλαση του Κήπου.
Η ιστορία του Τινάνειο Κήπου.
Η πλατεία, που αργότερα διαμορφώθηκε στον Τινάνειο Κήπο, ήταν μια από τις συνολικά 8 πλατείες, που προέβλεπε το πρώτο ρυμοτομικό σχέδιο του Πειραιά, το οποίο άρχισαν να εκπονούν από τον Αύγουστο του 1833 μαζί με τον αντίστοιχο σχέδιο για την Αθήνα, οι αρχιτέκτονες Σταμάτης Κλεάνθης (1802 ως 1862 ) και Eduard Shaubert (1794 ως 1868) , οι επικεφαλής του αρχιτεκτονικού γραφείου του Υπουργείου Εσωτερικών.
Σύμφωνα με το σχέδιο σε αυτόν τον χώρο επρόκειτο να ανεγερθεί θέατρο πράγμα, που σημαίνει ότι το Δημοτικό Θέατρο θα μπορούσε να είχε κατασκευαστεί στον χώρο του Τινάνειου Κήπου.
Το 1850 ο χώρος, όπως παρουσιάζεται στη «Στατιστική Πειραιώς» του Γ. Αγγελόπουλου (έκδοση Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα 2000), «είναι τετράγωνος, κατάφυτος από δένδρα»
Τέσσερα χρόνια αργότερα, το Μάϊο του 1854, Αγγλικά και Γαλλικά στρατεύματα καταλαμβάνουν τον Πειραιά επιδιώκοντας να μην πάρει μέρος η Ελλάδα στον Κριμαϊκό πόλεμο διεκδικώντας εδάφη από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, την οποία στήριζαν οι δύο δυνάμεις στον πόλεμο με τη Ρωσία.
Το βασικότερο «δώρο» τον γαλλοαγγλικών δυνάμεων ήταν μια θανατηφόρα επιδημία χολέρας, που προκάλεσε πολλά θύματα στον Πειραιά και εξαπλώθηκε γρήγορα στην Αθήνα και στα νησιά.
Βασική αιτία ότι οι Γάλλοι και οι Άγγλοι καταπλέοντας στον Πειραιά αρνήθηκαν, όπως σημειώνει ο Νικόλαος Δραγούμης, να δεχτούν τη προβλεπόμενη υγειονομική κάθαρση φτάνοντας με τα πλοία τους στον Πειραιά. «Βεβαίως, αν οι ξένοι επέτρεπον την υγειονομικήν κάθαρσιν, θ’ απεκρούετο το νόσημα, διότι και πρότερον, δις ή τρις μετακομισθέν εις τινας λιμένας της Ελλάδος, απεσοβήθη δια του τρόπου τούτου», αναφέρει ο Δραγούμης. {Ν. Δραγούμης, «Ιστορικαί Αναμνήσεις», Τόμος Β’, Αθήνα 1879, σελ. 238}
Ακόμα, η φιλορωσική εφημερίδα «Αιών» (φ. 7.7.1894) θα αποκαλύψει ότι τα πλοία που μετέφεραν στρατιώτες από τη Γαλλία εξαπατούσαν την Υγειονομική Αρχή, εμφανίζοντας υγειονομικές πιστοποιήσεις ότι ήταν «καθαρά» από κρούσματα ενώ πολλές φορές, στη διάρκεια του ταξιδιού, είχαν ρίξει στη θάλασσα νεκρούς από χολέρα!....
Ο Γεράσιμος Βώκος, στο ιστορικό μυθιστόρημά του «Η κατοχή», περιγράφει ότι «οι πρώτοι νεκροί {ήταν} στο στρατόπεδο των Γάλλων στα Υδραίικα (σ.σ. συνοικία του Πειραιά, μεταξύ της Ακτής Μιαούλη και των οδών Σαχτούρη, Γ. Θεοτόκη και Θουκυδίδου). Τάφηκαν βράδυ, γρήγορα και πρόχειρα. (…) Έπειτα από τρεις μέρες τα κρούσματα πολλαπλασιάστηκαν καταπληκτικώς και κατά σύμπτωση εντός της ναυαρχίδας όπου διέμενε ο ναύαρχος, τρεις ναύτες πέθαναν» {Γ. Βώκος, «Η Κατοχή», Τόμος Β’, Αθήνα 1905, σελ. 414}
Γρήγορα τα κρούσματα επεκτάθηκαν και στο άλλο Γαλλικό στρατόπεδο, μεταξύ Τουρκολίμανου και Νέου Φαλήρου.
Ωστόσο, ο Γάλλος ναύαρχος Τινάν αποκρύπτει το γεγονός από τις ελληνικές αρχές και όπως παρατηρεί ο Βώκος «συνεπεία αυτής της μωράς και κακούργου επιφυλακτικότητας, ουδέν μέτρον κατασταλτικόν ή προληπτικών μεταδόσεως ελήφθη».
Έτσι, οι στρατιώτες από τα μολυσμένα στρατόπεδα κυκλοφορούσαν ανενόχλητοι στη πόλη και δεν αργούν να υπάρχουν θύματα και ανάμεσα στους πολίτες. Οι ταφές των στρατιωτών συνεχίζουν να γίνονται νύχτα σε ομαδικούς τάφους, οι οποίοι σκεπάζονται με ασβέστη.
Όμως, οι πειραιώτες αρχίζουν να αντιλαμβάνονται αυτές τις νυχτερινές κινήσεις και διαπιστώνουν ότι έχουν ανοιχτεί, σε ερημικά σημεία, τάφοι. Οι νοσοκόμοι αναφέρουν σε Έλληνες γιατρούς τα συμβάντα και έτσι το γαλλικό μυστικό άρχισε να διαρρέει.
Στις 5 Ιουλίου η φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Αθηνά» γράφει, για πρώτη φορά, για κάποια «σοβαρά νόσο», που ενέσκηψε στον Γαλλικό στρατό, στον Πειραιά και αποκαλύπτει ότι έχει ήδη συνεδριάσει τρεις φορές το Ιατροσυνέδριο, ένα θεσμοθετημένο συμβουλευτικό όργανο ιατρών, αλλά «αγνοούμεν τι αποφάσισε». Είναι προφανές ότι και η κυβέρνηση κατοχής… προσαρμόζεται στις επιθυμίες- εντολές των Γάλλων για να μην κάνει ανακοινώσεις.
Όμως, στις 6 Ιουλίου το θέμα δεν κρύβεται άλλο. Στους τοίχους της Αθήνας και του Πειραιά κολλιέται ανακοίνωση, με τυμπανοκρουσίες, ώστε να ενημερωθούν όλοι οι κάτοικοι, με την οποία γνωστοποιείται η απαγόρευση της συγκοινωνίας ανάμεσα στην Αθήνα και στον Πειραιά.
Ο αλαζών Γάλλος ναύαρχος Τινάν, σε αντίθεση με τον Άγγλο συνταγματάρχη, «εναντιώθη, μη παραδεχθείς την μεταξύ Πειραιώς και Αθηνών τεθείσαν υγειονομικήν γραμμήν»., ανέφερε, σε αποκαλυπτικό δημοσίευμά της, η εφημερίδα «Αιών» (φ.7.7.1854).
Αυτός ο ναύαρχος αποφάσισε με το «έτσι σε θέλω» στη διαμόρφωση του χώρου, μεταξύ των εκκλησιών της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Σπυρίδωνα σε κήπο, φυτεύοντας πεύκα και περικλείοντας αυτόν με ξύλινα κιγκλιδώματα. Παράλληλα, κατασκεύασαν σε κέντρο του μια εξέδρα, όπου καθημερινά έπαιζε η μπάντα των γαλλικών πλοίων.
Τότε ονομάστηκε αυτός ο κήπος Τινάνειος Κήπος! Και φυσικά αποτέλεσε μαζί με την πλατεία Τερψιθέας κέντρο του επίσημου εορτασμού που έγινε στον Πειραιά στις 3 Αυγούστου (15/8, με το νέο ημερολόγιο) 1856 προς τιμή του Μεγάλου Ναπολέοντος Α’, ημερομηνία γέννησής του, την οποία είχε καθιερώσει ως εθνική εορτή ο ανιψιός του Ναπολέων ο Γ’, τότε ηγεμώνας της Γαλλίας.
Τα επόμενα χρόνια ο Κήπος εγκαταλείφθηκε αλλά πήρε νέα «ζωή» με μια μεγάλη ανάπλαση που έγινε επί δημαρχίας Θεόδωρου Ρετσίνα (εξελέγη δύο φορές δήμαρχος από το 1887 έως το 1895). Τότε αντικαταστάθηκαν τα ξύλινα κιγκλιδώματα με νέα σιδερένια και ανεγέρθησαν δύο περίπτερα εντός του κήπου, ένα που λειτούργησε ως καφενείο και το άλλο ως ζυθοπωλείο.
«Ο Τινάνειος κήπος μετεβλήθη όντως από κοπρώνος εις αειθαλές κηπάριον», έγραφε, το καλοκαίρι του 1893, η εφημερίδα «Ακρόπολις», σημειώνοντας ότι «τα πεπαλαιωμένα αυτά δένδρα πρέπει να αντικατασταθούν δι’ ευσκιωτέρων και νεαροτέρων».
Η λειτουργία των δύο καταστημάτων και η ανάπλαση αναζωογόνησαν τον κήπο «και κατέστη και πάλι το γενικόν κέντρον συναντήσεως των Πειραιέων με τα κονσέρτα του, με τας μουσικάς των τας ταραντέλλας του, και εκεί συνήντα τις όλους τους Πειραιείς», όπως έγραφε, το 1934, σε ένα ιστορικό του Κήπου, ο δημοτικός σύμβουλος της πόλης Δημήτριος Σπηλιωτόπουλος στην εφημερίδα «Χρονογράφος» .
Πραγματικά, ο Τινάνειος Κήπος το 1903 έχει γίνει το επίκεντρο της αναψυχής των Πειραιωτών ιδιαίτερα τις ανοιξιάτικες και τις φθινοπωρινές νύχτες καθώς το καλοκαίρι οι πειραιώτες επέλεγαν τα καφενεία στο Μικρολίμανο (Μουνιχία).
Σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Αθήνα» του 1903 διαβάζουμε ότι ο Τινάνειος κήπος ή το «Περιβολάκι» όπως άρεσε στους πειραιώτες να το αποκαλούν είναι «το κυριαρχούν κέντρον όλην την εποχήν της ανοίξεως και του φθινοπώρου. Κάθε απόγευμα και κάθε βράδυ μεταβάλλεται εις ένα εύμορφον μπουκέτο από τον εκλεκτότερον αβρόν κόσμον (…) με γιρλάντα την πρασινάδα των πρασιών και των δενδρυλλίων του».
Εκεί παίζει και μια τριμελής ορχήστρα με φλάουτο, βιολί και πιάνο.
Ωστόσο, επί δημαρχίας Δημοσθένη Ομηρίδη Σκυλίτση (1907- 1914), πατέρα του δήμαρχου Πειραιά την περίοδο της δικτατορίας 1967- 1974, Αριστείδη Σκυλίτση, ένας μισθωτής, ονόματι Π. Λάμπρου έκοψε πεύκα και εγκατέστησε εξέδρα για παραστάσεις Θεάτρου Σκιών (Καραγκιόζη) «αξιών και την πληρωμή εισόδου από τους Πειραιείς».
Όμως, φαίνεται ότι τότε «επενέβη η Δημοτική αρχή ήτις εσταμάτησε τας αυαθαιρέτους ταύτας πράξεις αυτού». Ωστόσο, οι ενέργειές του φαίνεται ότι απομάκρυναν τους θαμώνες του Τινάνειου κήυπου, «όστις κατέπεσεν εις μαρασμός και νάρκην».
Για την απαξίωση του κήπου έπαιξε ρόλο και η μετατόπιση του κέντρου αναψυχής στο Πασαλιμάνι.
Στα σημαντικά ιστορικά στοιχεία του Κήπου είναι ακόμα ένα κομμάτι από το ατμόπλοιο «Clan Fraser», που βρέθηκε «σφηνωμένο» σε ένα δένδρο μετά την ανατίναξή του από γερμανικά βομβαρδιστικά στις 6 Απριλίου 1941.
Οι Γερμανοί είχαν επισημάνει, με αναγνωριστικές πτήσεις, τον στόχο τους, που είναι το «Clan Fraser», με φορτίο το ΤΝΤ, που χρησιμοποιείται για γόμωση ναρκών. Η αεροπορική επιδρομή ξεκινάει στις 9.20 το βράδυ της 6ης Απριλίου. «Ένας φοβερός βομβαρδισμός που διαρκεί 2 ½ ολόκληρες ώρες!» με εκρηκτικές και εμπρηστικές βόμβες.
Στο ατμόπλοιο ξέσπασε πυρκαγιά, που επεκτάθηκε σε άλλα πλοία, φορτηγίδες και σιδηροδρομικά βαγόνια με εμπορεύματα και είναι αδύνατο να σβηστεί. Έτσι, στις 3.20 τα ξημερώματα το ατμόπλοιο τινάζεται κυριολεκτικά στον αέρα, με τον απόηχο της έκρηξης να φτάνει μέχρι την Αθήνα!
«Ουσιαστικά σημειώθηκαν τρεις διαδοχικές εκρήξεις. Από την έκρηξη διαλύθηκε το Clan Fraser και τα πυρακτωμένα σίδερα εκτοξευθέντα βύθισαν πλοία, κατέστρεψαν κτήρια της προκυμαίας και κομμάτια βρέθηκαν σε μεγάλες αποστάσεις. Ένα από αυτά ακόμα βρίσκεται σφηνωμένο σε δένδρο του κήπου παράπλευρα της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνος ενώ μια δέστρα προσγειώθηκε σε μπαλκόνι της οδού Ζαννή», αναφέρει στο βιβλίο του ο Αντιναύαρχος ΛΣ Χρήστος Ε. Ντούνης ( «Τα ναυάγια στις ελληνικές θάλασσες Τόμος Α’ (1900-1950), εκδόσεις FINATEC ΑΕ).
Στην ουσία αποτελεί «ζωντανό» μνημείο για τους 239 βομβαρδισμούς που έγιναν στον Πειραιά στην διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Σε αυτούς έχασαν την ζωή τους 859 άνθρωποι, μπορεί και πολύ περισσότεροι….
Πάντως, αναφέρεται ο κήπος μετονομάστηκε, το 1950, σε Θεμιστόκλειος με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου επί Δημαρχίας του υπηρεσιακού δημάρχου Γεωργίου Χαραλαμπόπουλου αν και το όνομα αυτό έχει ξεχαστεί…..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου